Το καλοκαίρι του 1897 δύο φίλοι που μόλις αποφοίτησαν ταξιδεύουν χιλιάδες μίλια για να φτάσουν στο Ντόσον Σίτι όπου θα επιδιώξουν να πλουτίσουν προσπαθώντας να βρουν χρυσό στο Κλοντάικ.
Όταν ο φίλος του δολοφονείται, ο Ουίλιαμ Χάσκελ ορκίζεται να αποδοθεί δικαιοσύνη. Στο μεταξύ, ο πατήρ Τζατζ είναι αποφασισμένος να εδραιώσει την εκκλησία του στο Ντόσον Σίτι.
Με τον τύφο να μαστίζει, η πόλη κάνει αγώνα δρόμου για να προλάβει το τελευταίο πλοίο. Παρά τη μεγάλη επιτυχία στο θέμα του χρυσού, ο Μπιλ θέλει περισσότερα απ΄ όλα να πιάσει τον δολοφόνο.
Ενώ δουλεύει στην περιοχή του και η παγωνιά κι οι αρρώστιες καταλαμβάνουν το Ντόσον Σίτι, ο Μπιλ χρειάζεται οπωσδήποτε ξύλα, γι'' αυτό παραχωρεί ως ενέχυρο το μισό μερίδιό του στην Μπελίντα Μαλρούνι.
Ο Χάσκελ ανακαλύπτει έγκαιρα φλέβα χρυσού και σώζει το μερίδιό του, όμως ο χειμώνας πλησιάζει, ο τύφος έχει ήδη προσβάλει πολλούς στο Ντόσον Σίτι και ο θάνατος του Επστάιν έχει αφήσει εκκρεμότητες.
Ο Μπιλ και ο Μίκερ καταφέρουν να αποδράσουν με τον χρυσό τους, αλλά έρχονται πρόσωπο με πρόσωπο με τον θάνατο στην άγρια φύση. Θα αξίζει όλη τους η περιπέτεια τελικά;
Ο Χάσκελ ανακαλύπτει τον δολοφόνο του φίλου του και είναι αποφασισμένος να αποδοθεί δικαιοσύνη. Στο μεταξύ, η Μπελίντα Μαλρούνι εμποδίζει την ταμιακή ροή του Κόμη, προς απογοήτευση των μπράβων του.
Ο Μπιλ Χάσκελ και ο Κόμης βρίσκονται και οι δυο μόνοι σε πρωτοφανείς θερμοκρασίες ψύχους, όμως η επιδίωξη του πλούτου αξίζει τόσο ώστε να θυσιάσουν τη ζωή τους;