Είναι οι αρχές της δεκαετίας του 1920 κι η Μα Ρέινι, η «Βασίλισσα των Μπλουζ» που λίγοι γνωρίζουν, βρίσκεται στην πόλη μια καλοκαιρινή μέρα, με καύσωνα. Στο στούντιο θα ηχογραφήσει το νέο της δίσκο. Μαζί της ο ανιψιός της, η ερωμένη της κι ολόκληρη η μπάντα της, ανάμεσά τους ο τρομπετίστας Λέβι, φιλόδοξος εκπρόσωπος μιας νέας γενιάς στη μουσική και στη συνείδηση.
Θεατρικό πλαίσιο, δυο αξιοθαύμαστες ερμηνείες, πυκνογραμμένος πολιτικός λόγος με διάθεση μπλουζ, για το χτες και το αύριο.
Το φιλμ βασίζεται στο θεατρικό έργο του Ογκουστ Γουίλσον κι η σύνδεση είναι προφανής σε κάθε πλάνο του. Συνεχόμενα εσωτερικά - λίγες «έξοδοι» στους δρόμους και το φυσικό φως δίνουν ανάσες υγρής ζέστης, μια αλληγορία «εγκλωβισμού» στον έξω χώρο είναι από τις πιο πετυχημένες σκηνές της ταινίας - και, περισσότερο παρά διάλογοι, διαδοχικοί μονόλογοι, καλοδουλεμένοι και καλλιεργημένοι προσεκτικά, πυκνοί, αντικαθιστούν τη φυσικότητά τους με μια πρόθεση πολιτικής πυγμής και πολιτισμικής οργής.
Σ' αυτό το πλαίσιο, ενός σύμπαντος που βράζει και που εκφράζει τις ιδέες και τις απογοητεύσεις του με τη μουσική (η ταινία είναι γεμάτη από ένα αριστουργηματικό σάουντρακ του Μπράνφορντ Μαρσάλις και πραγματικά τραγούδια της υπαρκτής, άλλωστε, Μα), η Βαϊόλα Ντέιβις, πάντα εκρηκτική, δίνει την πιο διαφορετική, παθιασμένη ερμηνεία της καριέρας της. Απέναντί της, σε μια σύγκρουση του παλιού με το νέο σε κάθε επίπεδο, ο Τσάντγουικ Μπόουζμαν, στην τελευταία ταινία της καριέρας του, κερδίζει και τον πιο σύνθετο, ευαίσθητο ρόλο του.