Ο Μπρούνο δε θέλει να ενταχθεί σε μια τακτική ζωή. Επιλέγει να διατρέχει ράθυμα την αγροτική Δυτική Γερμανία, κοντά στον Έλβα και στα σύνορα της «τότε» Ανατολικής Γερμανίας, με ένα μεγάλο καμιόνι. Οργανώνει κινηματογραφικές προβολές και επεμβαίνει τεχνικά στους μισό-εγκαταλειμμένους επαρχιακούς κινηματογράφους. Συναντά το Ρόμπερτ, ένα διανοούμενο, που εγκατέλειψε τη γυναίκα του και ταξίδεψε «τυφλά» στο βολάν, χιλιάδες χιλιόμετρα, με αυτοκτονική διάθεση. Ο Ρόμπερτ τον ακολουθεί και μαζί περιπλανώνται, με ποικίλες γνωριμίες αλλά κυρίως περνώντας καλά οι δυο τους…
Η τρίτη ταινία του Βέντερς στην «Τριλογία της περιπλάνησης» και το κορυφαίο έργο αυτής της τάσης. Μέσα στην αναπτυσσόμενη Γερμανία του οικονομικού θαύματος, ο ήρωάς του δεν βρίσκει κάποια σταθερά ηθικά δεδομένα, για να αισθανθεί συμμέτοχος. Αφήνεται με απελπισία αλλά και κάποια ηδονή, σε αυτή τη σχεδόν τυχαία κίνηση, μέσα στη γκριζάδα των συνοριακών πόλεων και την υγρασία του ποταμού. Ο Βέντερς θυμάται βέβαια την «Κραυγή» του δασκάλου του Αντονιόνι αλλά με λιγότερο ντετερμινισμό. Κι όταν οι δυο άντρες ενώσουν τους δρόμους τους, αυτή η χαλαρή αντροπαρέα γίνεται δημιουργική και για τους δυο τους. Ο σκηνοθέτης αφήνει το χρόνο και τους τόπους να λειτουργήσουν, χωρίς αυστηρή αφηγηματική γραμμή αλλά με έντονη συγκινησιακή και αισθητική φόρτιση. Η Αμερική είναι η μεγάλη επιρροή, όπως
και το σινεμά που μοιάζει να πεθαίνει κι όμως συνεχίζει να ζει τόσο παραγωγικά. Ένα στοχαστικό, αισθαντικό, υπαρξιακό φιλμ.