Αναζήτηση
Όλα πάνε καλά - iShow.gr
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
VIDEO
Όλα πάνε καλά - iShow.gr
Είδος
Δραματική ταινία ιταλικής παραγωγής 1973 σε επανακυκλοφορία
Διάρκεια
95'
Συντελεστές
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
VIDEO
Υπόθεση
Δραματική
Τέσσερα χρόνια έχουν περάσει από την καταστολή του Μάη του’ 68 στη Γαλλία. Ο στρατηγός Ντε Γκολ έχει καταστείλει την «επανάσταση» και, υπό την προεδρία του διαδόχου του Ζορζ Πομπιντού, όλα δείχνουν πλέον να είναι υπό έλεγχο… Όλα, φαινομενικά τουλάχιστον, «πάνε καλά», σύμφωνα με τις επιθυμίες και τις επιταγές της καθεστηκυίας τάξης. Κι εκεί, μέσα στη φαινομενική «κοινωνική νηνεμία», οι εργάτες ενός εργοστασίου αλλαντικών ξεσηκώνονται, κηρύσσουν απεργία και το καταλαμβάνουν. Η κοινωνική «τάξη και ασφάλεια» ξάφνου απειλούνται και έρχονται στο μυαλό όλων εικόνες που ήταν καθημερινές πριν από μία τετραετία.
Ωστόσο, τίποτα δεν είναι το ίδιο... Οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων έχουν αλλάξει. Μία απεργός τηλεφωνεί στο σπίτι της και λέει στο σύζυγό της να προσέχει τα παιδιά. Ένα μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος μοιράζει φυλλάδια στο σούπερ μάρκετ και οι νέοι δεν του δίνουν την παραμικρή σημασία...
Trailer
Trailer
Φωτογραφίες
Πληροφορίες

Δραματική ταινία ιταλικής παραγωγής 1973 σε επανέκδοση το 2013

Ο γαλλικός Μάης του ’68... τέσσερα χρόνια μετά!

Με τις υποβλητικές ερμηνείες δύο «ιερών τεράτων» του σινεμά, του Ιβ Μοντάν και της Τζέιν Φόντα

«Μια σπουδή για τον έρωτα, μια ελεγεία για την επανάσταση»

Μπορεί ο έρωτας να επιβιώσει μέσα από μία σχέση;

Μπορεί η ιδεολογία μία επιβιώσει μέσα από μία επανάσταση;

«Ο Γκοντάρ, πέρα από το ότι ξέρει να κάνει σινεμά, δείχνει ότι ξέρει και να αυτοσαρκάζεται...»

Ο πατέρας της νουβέλ βαγκ, με το γνωστό ανατρεπτικό του στιλ, αποδεικνύει πως όλα... δεν πάνε καλά!

«Είναι ο αντίλαλος της εργατικής τάξης, η απεικόνιση των κινήτρων και των αξιών της»

Ένα σαφές και οικείο μήνυμα προς όλους... «Όλα πάνε καλά άραγε; Η διαχρονικότητα του ερωτήματος είναι αυτό ακριβώς που κάνει τη ταινία να ξεπερνάει τις εποχές, ακόμα κι αν τα κοινωνικά ζητήματα που έθιξε ο Γκοντάρ έχουν πια εξελιχθεί»

Μια ιδιαίτερα γοητευτική ταινία που παρακολουθείται με διαρκή αγωνία και αμείωτο ενδιαφέρον «Ο Γκοντάρ ανατέμνει τη δομή της κοινωνίας, τις ταινίες, την αγάπη, την επανάσταση»


Ο Μάης του ’68 τέσσερα χρόνια μετά

Σε γενικές γραμμές, βλέπουμε το ζευγάρι των Jane Fonda και Yves Montand να βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε ένα εργοστάσιο σαλαμιών μετά από την απεργία που έχουν κυρήξει οι εργάτες του και την κατάληψή του. Στην ουσία όμως είναι μια προσπάθεια να αποτυπώσει ο Godard τις σκέψεις του γύρω από το Μάη του '68 (τέσσερα χρόνια αργότερα), τις αριστερές ιδεολογίες του και να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι... όλα δεν πάνε τόσο καλά. Κυρίως θα λέγαμε ότι είναι μια (απαισιόδοξη;) αποτύπωση για την αποτυχία εγκαθίδρυσης των ριζοσπαστικών ιδεολογιών της δεκαετίας του '60. Όλα αυτά μέσα από το γνωστό ανατρεπτικό κινηματογραφικό στυλ του Godard, για να ξέρετε τι περίπου να περιμένετε.


Ένα σαφές και οικείο μήνυμα

Η ταινία, ιδεολογικά, θα μπορούσε να πει κανείς ότι τοποθετείται στα... αριστερά της αριστεράς και αποδίδει ακόμα την αίσθηση της μαοϊκής περιόδου του Γκοντάρ. Από αυτή την άποψη η ταινία είναι ιδεολογικά ακραία και ριζοσπαστική αλλά στη πραγματικότητα ο Γκοντάρ μαζί με το Γκορέν θέλησαν να κάνουν τη ταινία τους προσιτή και πράγματι, απλοποιώντας και εικονοποιώντας τις ιδέες τους, κατάφεραν να κερδίσουν ένα ευρύ κοινό. Έτσι εξηγείται και η εντύπωση καρικατούρας που αποδίδει το έργο, άλλα έπρεπε το μήνυμα να είναι σαφές και οικείο σε όλους.

Από μία άλλη άποψη, η ιδέα της διάσπασης του εργοστασίου στα δύο έδωσε μία πολύ ευχάριστη αίσθηση ρευστότητας, περνώντας από σκηνή σε σκηνή με απλά οριζόντια και κάθετα πλάνα παρακολούθησης, κάτι το οποίο δίνει ακόμα περισσότερη γοητεία στο έργο, ένα έργο που παρακολουθείται με διαρκή αγωνία και αμείωτο ενδιαφέρον.


Η διαχρονικότητα του ερωτήματος...

Όλα πάνε καλά άραγε; Αυτό αναρωτιόταν και ο Γκοντάρ τo 1972, και απολύτως δικαιολογημένα το ερώτημα συνεχίζει να αιωρείται μέσα στο πνεύμα της δικιάς μας εποχής. Αυτή η διαχρονικότητα του ερωτήματος είναι αυτό ακριβώς που κάνει τη ταινία να ξεπερνάει τις εποχές ακόμα κι αν τα κοινωνικά ζητήματα που έθιξε ο Γκοντάρ έχουν πια εξελιχθεί.

Η ταινία, αποδίδει πολύ καλά το τι γινόταν, πίσω στις δεκαετίες ‘60 και ‘70. Πρόκειται για μια ταινία που ταιριάζει καλά στην εποχή της, ειδικά στην κινηματογραφική της μορφή. Και εκτός αυτού, η ταινία "Όλα πάνε καλά" είναι πολύ περισσότερα από μία απλή αριστερή προπαγάνδα.

Ο Γκοντάρ ανατέμνει τη δομή της κοινωνίας, τις ταινίες, την αγάπη και την επανάσταση. Θέτει αναγκαστικά ζητήματα: Μπορεί ο έρωτας να επιβιώσει μέσα από μία σχέση; Μπορεί η ιδεολογία μία επιβιώσει μέσα από μία επανάσταση; Εξετάζει επίσης τις γαλλικές φοιτητικές εξεγέρσεις της δεκαετίας του 1960 με προσεκτικό μάτι, και καταντά στο να σατιρίζει τις σύγχρονες απόψεις της ιστορίας.

Χαρακτηριστική η ατάκα που είχε γραφτεί για την ταινία σε γαλλική εφημερίδα: «Είναι ο αντίλαλος της εργατικής τάξης, η απεικόνιση των κινήτρων και των αξιών της»

Μια σπουδή για τον έρωτα, μια ελεγεία για την επανάσταση

Εν κατακλείδι, ναι, ίσως όντως είναι μια «ακροαριστερή» ταινία, αλλά για μία ακόμα φορά ο Γκοντάρ δείχνει πως, πέρα από το αναμφισβήτητο γεγονός ότι ξέρει να κάνει σινεμά, ξέρει πολύ καλά και να αυτοσαρκάζεται. Όσοι γνωρίζουν τις ταινίες του αλλά και τις πολιτικές του θέσεις, μπορούν αυτό να το παρατηρήσουν σε αρκετές σκηνές της ταινίας... Μιας ταινίας που έχει χαρακτηριστεί «μια σπουδή για τον έρωτα, μια ελεγεία για την επανάσταση...»

Αξιοπρόσεκτα ειδικά τα τελευταία δεκαπέντε λεπτά της ταινίας. Ίσως είναι από τις πιο όμορφες στιγμές που έχουν γυριστεί ποτέ στον κινηματογράφο.

Ο... μετά Μάη Γκοντάρ

Με τα γεγονότα του γαλλικού Μάη τελειώνει η πρώτη περίοδος του έργου του και ξεκινά η επόμενη. Με τον Ζαν-Πιερ Γκορέν ο Γκοντάρ θα φτιάξει την ομάδα Τζίγκα Βερτόφ και θα αποποιηθεί τον τίτλο του δημιουργού και το ρόλο του κινηματογράφου. Μαζί με τον Γκορέν θα κάνουν τις ταινίες-δοκίμια Wind From the East (1969), Vladimir and Rosa (1971), Tout Va Bien (1972) και Letter to Jane (1972). Οι ταινίες αυτές ήταν ριζοσπαστικές ως προς το περιεχόμενο και το ύφος και βασίζονταν στις ιδέες της πάλης των τάξεων και το διαλεκτικό υλισμό.

Το 1971 είχε ένα σοβαρό ατύχημα με μοτοσικλέτα που τον κράτησε αρκετούς μήνες στο νοσοκομείο. Στο Παρίσι θα γνωρίσει την Ελβετίδα σκηνοθέτη Αν-Μαρί Μιεβίλ και την επόμενη χρονιά θα φύγουν μαζί για τη Γκρενόμπλ, όπου ο Γκοντάρ θα μεταφέρει το Sonimage Video Studio.

Σταδιακά απομακρύνθηκε από τον στρατευμένο κινηματογράφο της ομάδας Βερτόφ και επέστρεψε σε πιο προσωπικά θέματα. Γοητευμένος από τα νέα μέσα, αυτός και η Μιεβίλ πειραματίστηκαν με το βίντεο, δουλεύοντας αρκετά με αναθέσεις από τη γαλλική τηλεόραση

(Εδώ κι αλλού, 1974• Πώς τα πάτε;, 1976• Έξι φορές δύο, 1976• Γαλλία, γύρος, παρακαμπτήριος, 1979).

Μαζί θα κάνουν επίσης το Numero Deux (1975) και το Ο Σώζων εαυτόν σωθήτω του 1980 το οποίο σηματοδοτεί την αρχή μιας νέας περιόδου στο έργο του και την επιστροφή του στο κλασικό σινεμά. Εγκαθίσταται, εν συνεχεία, στο Παρίσι όπου αρχίζει να δουλεύει τη «θεϊκή τριλογία» -Passion (1982), First Name: Carmen (1983) και το Hail Mary (1985)- τρεις πραγματείες πάνω στη γυναικεία φύση, την επιθυμία, τη σεξουαλική διαφορά, και την ίδια την εικόνα. Ο Γκοντάρ και η Μιεβίλ μεταφέρουν το Sonimage στούντιο στη Rolle, μια μικρή πόλη ανάμεσα στη Γενεύη και τη Λωζάνη της Ελβετίας. Το 1986 ο Γκοντάρ και η Μιεβίλ έκαναν παραγωγή και πρωταγωνίστησαν στο home-movie Soft and Hard (Soft Talk on a Hard Subject Between Two Friends) για το αγγλικό Channel Four. Στη συνέχεια θα κάνουν τις ταινίες Grandeur et Decadence d’un Petit Commerce de Cinema (1986), Soigne ta Droite (1986) και King Lear (1986).

Στη δεκαετία του 90 ο Γκοντάρ θα σκηνοθετήσει τα Nouvelle Vague (1990), Germany 90 Nine Zero (1991), Helas pour moi (1993), Forever Mozart (1996) και την οκτάωρη σειρά Histoires du cinema (1997-98). Το 1998 το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης αναθέτει στον Γκοντάρ και τη Μιεβίλ την παραγωγή του σαρανταεπτάλεπτου βίντεο The Old Place (Essai sur le role des arts a la fin du 20e siecle / Small Notes Regarding the Arts at Fall of 20th Century). Το 2001 επανέρχεται στη σκηνοθεσία με την Ελεγεία του Έρωτα, ταινία που απέσπασε θετικές κριτικές στο Φεστιβάλ των Κανών και η οποία καταπιάνεται με την ιστορία, τη μνήμη, και τον πολιτισμό.

Οι ταινίες του Γκοντάρ άσκησαν τεράστια επιρροή τόσο στον ανεξάρτητο αμερικάνικο κινηματογράφο όσο και σε πλήθος εικαστικών καλλιτεχνών. Το 2006 το Κέντρο Πομπιντού στο Παρίσι διοργάνωσε την έκθεση "Voyages en utopie, Jean-Luc Godard, 1946 –2006".


O φιλέλληνας Γκοντάρ!

Πέρα απ’ όλα τ’ άλλα, ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ είναι και ένθερμος υποστηρικτής της Ελλάδας. Είναι χαρακτηριστικό ότι προ διετίας αρνήθηκε να μεταβεί στις Κάννες για την προβολή της ταινίας του «Film Socialisme», λέγοντας ότι «προβλήματα όπως το ελληνικό δεν μου επιτρέπουν να είμαι μαζί σας». Λίγες ημέρες νωρίτερα, μάλιστα, είχε κάνει την περίφημη δήλωση ότι «όλος ο κόσμος χρωστάει σήμερα στην Ελλάδα»...

Συγκεκριμένα, σε συνέντευξή του στην Γκάρντιαν είχε πει χαρακτηριστικά: «Οι Έλληνες μάς έδωσαν τη λογική, κι έχουμε χρέος απέναντί τους γι' αυτό. Ο Αριστοτέλης ήταν εκείνος που διατύπωσε το μεγάλο "άρα". Για παράδειγμα "Δεν μ'αγαπάς πια, άρα...". Ή "σ' έπιασα στο κρεβάτι μ' έναν άλλο άνδρα, άρα...". Χρησιμοποιούμε αυτή τη λέξη εκατομμύρια φορές, για να λάβουμε τις πιο σημαντικές μας αποφάσεις. Και ήρθε ο καιρός να αρχίσουμε να πληρώνουμε γι' αυτήν».

Η δε συνέχεια των δηλώσεών του ακόμη χαρακτηριστικότερη:

«Αν κάθε φορά που χρησιμοποιούμε τη λέξη "άρα" (therefore στα αγγλικά, donc στα γαλλικά) πληρώνουμε 10 ευρώ στην Ελλάδα, η κρίση θα τελειώσει σε μια μέρα και οι Έλληνες δεν θα χρειαστεί να πουλήσουν τον Παρθενώνα στους Γερμανούς. Έχουμε την τεχνολογία να εντοπίσουμε όλα αυτά τα "άρα" στο Google. Μπορούμε να χρεώνουμε και μέσω του iPhone! Κάθε φορά που η Άνγκελα Μέρκελ λέει στους Ελληνες "σας δανείσαμε όλα αυτά τα λεφτά, άρα πρέπει να μας τα επιστρέψετε με τόκο", θα πληρώνει πρώτα δικαιώματα»!

Η δημοσιογράφος της Γκάρντιαν αιφνιδιάστηκε με την ιδέα, όμως ο Γκοντάρ έβαλε αμέσως τα γέλια.

«Θα έπρεπε να ευχαριστήσουμε την Ελλάδα», συμπλήρωσε. «Είναι η Δύση που χρωστάει στην Ελλάδα. Η φιλοσοφία, η δημοκρατία, η τραγωδία... Πάντα ξεχνάμε τη σχέση ανάμεσα στην τραγωδία και τη δημοκρατία. Χωρίς Σοφοκλή δεν θα υπήρχε Περικλής. Χωρίς τον Περικλή δεν θα υπήρχε Σοφοκλής. Ο τεχνολογικός κόσμος στον οποίο ζούμε τα χρωστά όλα στην Ελλάδα.

Ποιος ανακάλυψε τη λογική; Ο Αριστοτέλης... Όλος ο κόσμος χρωστάει χρήματα σήμερα στον Ελλάδα. Θα μπορούσε να ζητήσει από το σημερινό κόσμο μας χιλιάδες εκατομμύρια για τα πνευματικά της δικαιώματα και θα ήταν λογικό να της τα δώσουμε. Κατηγορούν τους Έλληνες ότι είναι και ψεύτες... Αυτό μου θυμίζει ένα παλιό συλλογισμό στα μαθητικά μου χρόνια. Ο Επαμεινώνδας είναι ψεύτης ή όλοι οι Έλληνες είναι ψεύτες, άρα ο Επαμεινώνδας είναι Έλληνας. Δεν έχουμε προχωρήσει καθόλου από τότε...».

Βέβαια, όταν το 2009 ζήτησε από την ελληνική κυβέρνηση, με υπουργό πολιτισμού τον Μιχάλη Λιάπη, να κάνει γυρίσματα στην Ελλάδα για την ταινία του «Film Socialisme» του ζητήθηκε σενάριο προς έγκριση...


Νουβέλ βαγκ ίσον Παρίσι!

Ανέκαθεν υπήρχαν περιπτώσεις σκηνοθετών, που φανέρωναν μέσα από τις δουλειές τους μία ιδιαίτερη συμπάθεια για κάποιον συγκεκριμένο γεωγραφικό τόπο. Η μία μετά την άλλη οι ταινίες τους επανέρχονταν στο ίδιο εκείνο σκηνικό, στην αρχή ίσως αμήχανα, έπειτα συνωμοτικά και από ένα σημείο και μετά με ανακούφιση, μέχρι που ο χώρος της δράσης -αυτονόητος πλέον- διεκδικούσε ίση προσοχή με την ιστορία ή τους πρωταγωνιστές. Εκ του αποτελέσματος, είναι φανερό πως το κατάφερνε κιόλας. Γιατί, ποιος δεν μπήκε στον πειρασμό να σκεφθεί, πως ο Woody Allen γύρισε όλες του σχεδόν τις ταινίες μόνο και μόνο για να κρυφοκοιτά μέσα από τον φακό την τζαζίστικη οχλοβοή της Νέας Υόρκης; Ποιος δεν έχει ταυτίσει τον Fellini με την υπέροχη, ηλιόλουστη Ρώμη του; Και ποιος μπορεί να διανοηθεί τη nouvelle vague χωρίς το Παρίσι;

Στην τελευταία περίπτωση, μάλιστα, δεν έχουμε να κάνουμε απλά με μία πόλη που αναδεικνύεται σε κινηματογραφικό φετίχ, χάρη σε κάποια σκηνοθετική μονομανία. Το γαλλικό Νέο Κύμα είναι τόσο στενά συνυφασμένο με την παριζιάνικη πόλη, που μοιάζει κυριολεκτικά να γεννιέται μέσα από αυτήν, να ζωντανεύει όταν εκείνη το επιτρέπει - και όχι το αντίστροφο.

Όταν o Godard, ο Truffaut, ο Chabrol, ο Rohmer, ο Rivette δεν αρκούνταν πια να μαυρίζουν με τις πένες τους το βαλτωμένο κινηματογραφικό κατεστημένο, πήραν την κάμερα στον ώμο και βγήκαν στις παριζιάνικες συνοικίες. Στα μπιστρό, τα φθηνά ξενοδοχεία, τις καφετέριες και τα στενά της περιφέρειας. Η κινηματογραφική ουσία που αναζητούσαν βρισκόταν εκεί, τριγύρω τους, ήταν ολόφρεσκη και διάσπαρτη στην καθημερινότητά τους και το μόνο που χρειαζόταν για να αξιοποιηθεί αυτή η σπάνια πρώτη ύλη και να ξαναρχίσει να γράφεται η ιστορία της έβδομης τέχνης, ήταν ένα κάποιο βλέμμα.

Τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Μέσα στα ασπρόμαυρα καρέ των πρώτων, «αθώων» χρόνων, των αρχών του Α60, περιδιαβαίνει ένα σημαντικό κομμάτι της παγκόσμιας κινηματογραφικής μυθολογίας.

Ο Μάης του '68 στις οθόνες

Το 1968 υπήρξε χρονιά σημαδιακή και ταραγμένη. Ο Μακάριος επανεκλέγεται παμψηφεί. Ο Λίντον Τζόνσον, διάδοχος του Τζον Κένεντι, παραιτείται τον Μάρτη από τις προεδρικές εκλογές. Οι αντιπολεμικές διαδηλώσεις και η δυσαρέσκεια μαίνονται όπως και ο πόλεμος στο Βιετνάμ. Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ δολοφονείται στις αρχές Απρίλη και ο Μπόμπι Κένεντι στις αρχές Ιούνη. Ο Γκαγκάριν στουκάρει με ένα Μιγκ-15 για να μην πέσει πάνω σ' ένα σχολείο, λένε οι αρχές. Η πάνδημη κηδεία του Γέρου της Δημοκρατίας γίνεται αντιδικτατορικό συλλαλητήριο.

Επιστρέφω στη διεθνή επικαιρότητα. Το Πανεπιστήμιο Κολούμπια καταλαμβάνεται από τους φοιτητές του. Φοιτητικά και πολιτικά κινήματα γεννιούνται από το Μπέρκλεϊ ως τη βελγική Λουβέν και το Βερολίνο, από το Τόκιο ως τη Βαρσοβία, τη Γιουγκοσλαβία και τη Νέα Υόρκη. Η Πράγα ζει τη δική της Άνοιξη και το Μεξικό σπαράσσεται από καταιγισμό σφαιρών σε μια πορεία σπουδαστών, 10 μέρες πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες.

Παράλληλα τρέχει και μια πολιτιστική και ερωτική επανάσταση. Οι τέχνες, τα γράμματα και η διανόηση αλλάζουν τον τρόπο σκέψης των ανθρώπων ή/και αντίστροφα. Η μουσική είναι αντιπολεμική, επιθετική και σεξουαλική. Η ποπ αρτ εκρήγνηται στα μάτια έκπληκτων θεατών. Το θέατρο πολιτικοποιείται και πειραματίζεται. Η μίνι φούστα λανσάρεται φορεμένη από την Τούινγκι, ως πρότυπο χειραφέτησης κι ελευθερίας. Ο ενθουσιασμός περισσεύει. Ο Δήμος Θέος παρουσιάζει το Κιέριον στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης παραπέμποντας στην Υπόθεση Πολκ αλλά το καθεστώς απαγορεύει την ταινία.


La revolution nest quun debut

Αναμφισβήτητο κομβικό γεγονός είναι όμως ο λεγόμενος Μάης του 1968 που ξεκίνησε από τα Πανεπιστήμια της Ναντέρ και της Σορβόνης και μέσα σ' ένα μήνα αγκαλιάστηκε από τα δύο τρίτα της εργατικής τάξης στη Γαλλία. Φέρνοντας σε αντιπαράθεση συνδικάτα, ομοσπονδίες και το απέχον κομουνιστικό κόμμα. Συνθήματα της εξέγερσης: Η Φαντασία στην Εξουσία, Εστέ ρεαλιστές απαιτήστε το αδύνατο, Το αφεντικό έχει ανάγκη εσένα κι όχι εσύ αυτό, Απαγορεύεται το απαγορεύεται, Η ανία είναι αντεπαναστατική, Ήρθα Είδα Πίστεψα, Η ποίηση βρίσκεται στους δρόμους, Διαβάστε λιγότερο ζήστε περισσότερο κ.α.π.

Κάποιοι έλληνες, φοιτητές και όχι μόνο, είναι τυχεροί που βρέθηκαν εκεί, ίσως κι εξαιτίας της δικής μας Χούντας. Ο στρατηγός Ντε Γκολ τα βρήκε μπαστούνια και τα μοίρασε στις δυνάμεις της τάξης για να βαράνε άοπλους, αλλά φέρεται τελικά να είχε πει: Μη χτυπάτε την αυριανή ηγεσία! [είχε δίκιο;]

Διανύοντας πλέον τον 45ο Μάη από τότε, βλέπουμε πολλές ομοιότητες και διαφορές με το σήμερα. Είμαστε πάλι σε ολυμπιακή χρονιά και προεκλογική τροχιά. Πόλεμοι μάτσο. Η παιδεία αναστενάρισσα. Οι αγαναχτισμένοι, οι άνεργοι και οι υποαμειβόμενοι αντιδρούν από τη Γουόλ Στριτ μέχρι τη Βαρκελώνη, τη Βαστίλη και την Πλατεία Συντάγματος. Ο ουρανός βρέχει επιλεκτικά μνημόνια και εικονικά κουρέματα. Οι φαγάνες έχουν εξάγει το χρήμα τους. Το κράτος προσπαθεί να μας πείσει ότι λειτουργεί, ξαφνικά την τελευταία στιγμή. Η ενωμένη Ευρώπη είναι υπερήφανη για τις ανισότητές της. Οι μετανάστες παγκοσμιοποιούνται αλλά παραμένουν τοπικό πρόβλημα. Τα γενόσημα κόμματα παίζουν με τον πόνο μας χωρίς "φρουφρού κι αρώματα" αλλά όλοι [παλιοί και [γεν]νέοι] μας αρμέγουν "γιατί κινδυνεύει το δημοκρατικό πολίτευμα".

Γιατί είναι σπουδαίο αυτό το λίγο που έγινε τον Μάη του '68;

Το μαρτυρούν μισή ντουζίνα ντοκιμαντέρ κι άλλες τόσες βεριτέ καταγραφές. Σημαντικότερη όλων αυτή του νεοϋορκέζου Γουίλιαμ Κλάιν με τίτλο Μεγάλες νύχτες, Μικρές μέρες [1978] που αγκαλιάζει όλο το φάσμα των διαφορετικών και ανεξάρτητων ομάδων δράσης και των δημόσιων συζητήσεων, μέχρι την ανακοίνωση του Ντε Γκολ για τη διάλυση της Βουλής [ουδεμία σχέση με Παπαδήμους]. Σημείο αναφοράς σχεδόν σε όλα τα σχετικά ντοκιμαντέρ είναι ο [αναρχο]πράσινος πρωτοστάτης Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ που είχε πάρει τη γερμανική υπηκοότητα για να αποφύγει τη θητεία του και εκδιώκεται για μια δεκαετία από το γαλλικό έδαφος.

Από τις ιδιωτικές καταγραφές ξεχωρίζει σίγουρα το τριαντάλεπτο Η επανάσταση είναι μόνο η αρχή. Ας συνεχίσουμε τον αγώνα. Είναι μια φέτα από το προσωπικό ημερολόγιο του ηθοποιού Πιέρ Κλεμεντί του οποίου οι πειραματισμοί και οι καλλιτεχνικές ανησυχίες θυμίζουν Μπράκατζ και Αϊζενστάιν. Καθώς επίσης και η τρίλεπτη πολιτική ντανταϊστική αβανγκάρντ Μπομπίνα υπαριθμ. 196 [Film-Tract No 1968] των Γκοντάρ και Φρομανζέρ όπου η κόκκινη μπογιά υποθάλπει πολλές και πολλαπλές έννοιες και ερμηνείες. Όπως αργοκυλάει και βάφει τη γαλλική σημαία.

Γιατί είναι και παραμένουν επίκαιρα τα συνθήματα και τα διλήμματα εκείνου του Μάη;

Τα αναπαράγουν και τα μυθοπλάθουν άλλες τόσες [12+1] ταινίες με φιξιόν υποθέσεις που διατρέχουν άμεσα ή ξυστά εκείνα τα γεγονότα. Πρωτοπόρος προπομπός Η Κινέζα [1967] του Ζαν-Λικ Γκοντάρ που γυρίζεται σε ένα σπίτι στη Ναντέρ, τη φοιτητούπολη έδρα του Κον-Μπεντίτ. Πέντε φοιτητές ασπάζονται την κόκκινη βίβλο και τις ιδέες του Μάο, απορρίπτουν ο,τιδήποτε αστικό ακόμη και τα μπουρζουά κόμματα της αριστεράς, κι αποφασίζουν να δράσουν δυναμικά με όραμα ν' ανατινάξουν το πανεπιστήμιο.

Σχετικά πρόσωπα οι ηθοποιοί Ζαν-Πιέρ Λεό, Ζιλιέτ Μπερτό και Αν Βιαζέμσκι [μέλλουσα κυρία Γκοντάρ, πριγκιπικής καταγωγής και εγγονή της συγγραφέως Φρανσουάζ Μοριάκ, το '68 πρωταγωνίστρια στο Θεώρημα του Παζολίνι]. Αντίβαρο ο διανοούμενος Φρανσίς Ζανσόν, φίλος και συνεργάτης του Σαρτρ, που δίνει μια αντιτρομοκρατική μίνι διάλεξη στην Βερονίκ [Βιαζέμσκι] σε μια εμβληματική σκηνή του έργου, προκειμένου να την αποτρέψει να υλοποιήσει τις εκρηκτικές της ιδέες. Ο μαοϊστής σκηνοθέτης του Γουικέντ φλερτάρει ανοιχτά ε το βεριτέ και αποστασιοποιείται με εύθυμη περι-μπρεχτική διάθεση από τις δυο όψεις του νομίσματος.

Το 1971 η Ανί Ζιραρντό ενσαρκώνει μια αληθινή ιστορία εκείνων των ημερών, η οποία απασχόλησε όλες τις πλευρές, ακόμη και τον πρωθυπουργό Ζορζ Πομπιντού. Είναι μια πολύ νεαρή δασκάλα που... Πεθαίνει από αγάπη για έναν μαθητή της, καταλήγει στη φυλακή και κάνει απόπειρα αυτοκτονίας, δίνοντας στον σκηνοθέτη Αντρέ Καγιάτ την ευκαιρία να θίξει ζητήματα κοινωνικής προκατάληψης [αποβολή, δικαστική πλάνη, ευθανασία, θανατική ποινή]. Και στον Σαρλ Αζναβούρ την ευκαιρία να ερμηνεύσει έξοχα το ομώνυμο τραγούδι.

Ένα χρόνο αργότερα ο μετέπειτα πανίσχυρος παραγωγός Μαρέν Καρμίτζ [από τα Τρία Χρώματα του Κισλόφσκι μέχρι το Γνήσιο Αντίγραφο του Κιαροστάμι] κλείνει τον σκηνοθετικό του κύκλο με την ταινία Γροθιά στη Γροθιά, όπου θολώνει εσκεμμένα τα όρια μεταξύ μύθου και τεκμηρίωσης χρησιμοποιώντας πραγματικούς απεργούς και αρκετούς ερασιτέχνες ηθοποιούς. Μας μιλά για εκμετάλλευση και παρενόχληση του γυναικείου προσωπικού ενός εργοστασίου, για απεργία και κατάληψη, για ενότητα, αλληλεγγύη συναδελφική και ανθρωποκεντρική, για χτυπήματα ως απάντηση στα χτυπήματα. Ο ίδιος αργότερα [1982] θα διευθύνει και την παραγωγή της προσωπικής κατάθεσης του Ρομέν Γκουπίλ Να πεθαίνεις στα 30 σου, ως φόρο τιμής στον σύντροφο Μισέλ Ρεκανατί [1948-78].

Το '73 είναι αξιομνημόνευτο όχι μόνο για το δικό μας Πολυτεχνείο. Η Χρονιά 01 [υπονοεί ότι ο χρόνος μηδένισε τότε και ξαναμετρά από την αρχή] είναι η πρώτη σκηνοθεσία μεγάλου μήκους του Ζακ Ντουαγιόν, ένα μάλλον ξεπερασμένο πολύποδο, συρραφή μικρών σκετς, όπου έχουν βάλει το χεράκι τους και οι δάσκαλοι Αλέν Ρενέ και Ζαν Ρους [δεν υπάρχει ιδιοκτησία, άρα δεν υπάρχουν ούτε κλέφτες]. Η αναφορά στα γεγονότα του '68 είναι ευθεία, αν και πολλοί μελετητές προτιμούν και προτείνουν τις τεθλασμένες γραμμές: Όλα βαίνουν καλώς [Tout va bien, 1972] του Γκοντάρ, Τέμροκ [Themroc, 1973] του Κλοντ Φαραλντό, Η μια τραγουδάει η άλλη όχι [L'une chante, l'autre pas, 1977] της Ανιές Βαρντά.

Λιγότερο τεθλασμένη αλλά σαφώς σπουδαιότερη, σπουδαιότατη θα έλεγα, είναι η ποτάμιας διάρκειας ταινία Η μαμά και η πουτάνα που βασίζεται στην ανοιχτή σχέση του σκηνοθέτη Ζαν Εουστάς και της πρωταγωνίστριας Φρανσουάζ Λεμπρίν. Ο Ζαν-Πιέρ Λεό έχει υπάρξει άλτερ έγκο πολλών νεοκυματικών γάλλων σκηνοθετών που θέτουν εαυτούς εκτός νουβέλ βαγκ αλλά εδώ μιλάμε για το απόλυτο παράδειγμα "εντός-εκτός και επί τα αυτά". Στους μαραθώνιους διαλόγους του φιλμ αποτυπώνεται όλη η απογοήτευση, οι ναυαγισμένες ελπίδες, οι καραβοτσακισμένες προσδοκίες, η απελπισία και η μάταιη αναζήτηση λήθης, που ακολούθησαν την αποτυχία, το γρήγορο ξεφούσκωμα και την άδοξη κατάληξη του κινήματος του '68. Η ουτοπία έγινε εφιάλτης, ο αποπροσανατολισμός έγινε μανιέρα του άχαρου σεξ, της αδιέξοδης σκέψης, της απόλυτης αποξένωσης, της απύθμενης μοναξιάς εν μέσω άλλων χαμένων κορμιών.

Ευχάριστο διάλειμμα η ξεκαρδιστική παρωδία Η πιο τρελή απόδραση στον κόσμο! [1978] του μετρ Ζεράρ Ουρί όπου ο Πιέρ Ρισάρ ξορκίζει τις πολιτικές ακρότητες κατεδαφίζοντας: ότι δεν είναι ακραία αριστερό και εξτρεμιστικό είναι φασιστικό. Αλλ' όμως να που τα άκρα κάποτε αποκλίνουν προς μια νέα διαστροφική σύγκλιση. Χωρίς να αποκλείεται η περιπέτεια και η διασκέδαση.

Δεκαετίες μετά ο Λουί Μαλ μεταμορφώνει τον Μισέλ Πικολί από θείο Βάνια σε Μιλού τον Μάη. Η μητέρα της φαμίλιας πεθαίνει τον Μάη του '68. Όλοι απεργούν και δεν υπάρχει προσωπικό για την ταφή της. Ένας άσχετος φορτηγατζής δεν μπορεί να παραδώσει μια καρότσα ντομάτες στο Παρίσι γιατί υπάρχουν οδοφράγματα. Η γαλλική διανόηση συναντά τη βρετανική φάρσα και το φλέγμα παίζει με την ευγένεια και την ευαισθησία. Ο Ντεμπισί και ο Μότσαρτ χορεύουν με τους μαγιάτες τρελούς στην οργιώδη ανοιξιάτικη ύπαιθρο μαζί με τις μέλισσες, τα νερά και το πιάσιμο των καβουριών στο ποτάμι.

Ακολουθούν τρεις ερωτικές προσεγγίσεις. Το Metroland [1997] του λονδρέζου Φιλίπ Σάβιλ είναι ένα φλας μπακ στην αρχή και την αποτίμηση μιας σχέσης στο Παρίσι του '68 ανάμεσα σ' έναν φωτογράφο [Κρίστιαν Μπέιλ] και την τωρινή γυναίκα του [Έμιλι Γουότσον] που δοκιμάζεται από την ξαφνική επίσκεψη του ξένοιαστού παρελθόντος. Οι Ονειροπόλοι [2003] είναι ένα νεανικό ερωτικό τρίγωνο σ' ένα παριζιάνικο σπίτι χωρίς γονείς όπου η αθωότητα πάει περίπατο ενώ έξω [και μέσα] γίνεται της τρελής. Δια χειρός κοσμοπολίτη Μπερνάρντο Μπερτολούτσι. Ίδιο τρίπτυχο [σεξ, ντραγκς και ροκ'ν'ρολ], ίδια πόλη μοτίβο, ίδιος πρωταγωνιστής [Λουί Γκαρέλ], περισσότερα οδοφράγματα και μπαμπάς σκηνοθέτης [Φιλίπ Γκαρέλ] στους, γεμάτους νεοκυματικούς απόηχους, Συνήθεις εραστές [2005].

Ο ακτιβισμός στα μάτια μιας εννιάχρονης κορούλας είναι το θέμα της ιστορικής ταινίας Φταίει ο Φιντέλ! [2006] της Ζουλί Γαβρά. Φαίνεται ότι κατέχει από πρώτο χέρι τις λεπτομέρειες της υπόθεσης, η κόρη και μήλο του δέντρου που λέγεται Κώστας Γαβράς. Άλλο ένα ερωτικό φράγμα... εεε... δράμα ιστορικής νοσταλγίας με θέμα "αγάπη κι επανάσταση" είναι το σχεδόν τρίωρο Γεννημένοι το '68 [2008] από δυο σκηνοθέτες εκείνης της επερχόμενης γενιάς [ο ένας ήταν 5 κι ο άλλος 6 χρονών]. Την ίδια περίοδο γυρίστηκαν αρκετά ντοκιμαντέρ λόγω των 40 χρόνων απόστασης. Και κλείνω με το αυστηρά βιο-ιστορικό Αντίο Ντε Γκολ [2009] του Λοράν Χερμπιέ που τότε ήταν δεν ήταν επτά ετών. Στο ομότιτλο ρόλο ο Πιέρ Βερνιέ που βραβεύτηκε γι' αυτόν και ο οποίος ρίχνει τριάντα χρόνια του σκηνοθέτη της.

Ντοκιμαντέρ

1968 Μάης του '68 /Mai 68 [Γαλλία, 98'] Andre Harris & Alain de Sedouy

1968 "Θαύμα", Μάης '68 /La reprise du travail aux usines Wonder [Γαλλία, 10'] Jacques Willemont

1968 Η επανάσταση είναι μόνο η αρχή. Ας συνεχίσουμε τον αγώνα. /La revolution n'est qu'un debut. Continuons le combat. [Γαλλία, 30'] Pierre Clementi

1968 Μπομπίνα αρ. 196 /Film-Tract No 1968 [Γαλλία, 3'] Jean-Luc Godard & Gerard Fromanger

1974 Μάης 68 /Mai 68 [Γαλλία, 190'] Gudie Lawaetz & Jerome Kanapa

1978 Μεγάλες νύχτες, μικρές μέρες του '68 /Grands soirs et petits matins [Καναδάς /Γαλλία, 240'] William Klein

1982 Να πεθαίνεις στα 30 σου /Mourir a trente ans [Γαλλία, 95'] Romain Goupil

1987 Γενιά /Generation [Γαλλία, 15 επεισόδια] Daniel Edinger

1996 Επιμύθιο /Reprise [Γαλλία, 98'] Herve le Roux

2004 Ανρί Λανγκλουά: Το φάντασμα της Ταινιοθήκης /Le fantome d'Henri Langlois [Γαλλία, 210'] Jacques Richard

2008 Εξηνταοκτώ διαρκώς /68 non-stop [Γαλλία, 57'] Fred Hilgemann

2008 Εξηνταοκτώ /68 [Γαλλία, 110'] Patrick Rotman

2008 Η Γενιά του '68 /Generations 68 [Γαλλία, 53'] Simon Brook


Μυθομαντέρ

1967 Η Κινέζα /La Chinoise [Γαλλία, 96'] Jean-Luc Godard

1971 Πεθαίνω από αγάπη /Mourir d'aimer [Γαλλία, 110'] Andre Cayatte

1972 Γροθιά στη γροθιά /Coup pour Coup [Γαλλία /Γερμανία, 89'] Marin Karmitz

1973 Η μαμά και η πουτάνα /La maman et la putain [Γαλλία, 217'] Jean Eustache

1973 Η Χρονιά 01 /L'An 01 [Γαλλία, 90'] Gebe & Jacques Doillon [Alain Resnais & Jean Rouch]

1978 Η πιο τρελή απόδραση στον κόσμο! /La Carapate [Γαλλία, 100'] Gerard Oury

1990 Ο Μιλού τον Μάη /Milou en Mai [Γαλλία /Ιταλία, 107'] Louis Malle

1997 Metroland [Ισπανία /Γαλλία /ΗΒ, 105'] Philip Saville

2003 Οι Ονειροπόλοι /Innocents /The Dreamers [ΗΒ /Γαλλία /Ιταλία, 115'] Bernardo Bertolucci

2005 Συνήθεις εραστές /Les amants reguliers [Γαλλία, 183'] Philippe Garrel

2006 Ο Φιντέλ φταίει! /La faute a Fidel! [Ιταλία /Γαλλία, 99'] Julie Gavras

2008 Γεννημένοι το '68 /Nes en 68 [Γαλλία, 173'] Olivier Ducastel & Jacques Martineau

2009 Αντίο Ντε Γκολ /Adieu De Gaulle, adieu [Γαλλία, 95'] Laurent Herbiet


Συμμετέχουν
Ιβ Μοντάν
Him, Jacques
Τζέιν Φόντα
Her, Suzanne
Βιτόριο Καπριόλι
Factory Manager
Ελίζαμπεθ Chauvin
Genevieve
Castel Casti
Geneviève
Έρικ Chartier
Lucien
Louis Bugette
(ως Bugette)
Ιβ Gabrielli
Léon (ως Yves Gabrieli)
Πιέρ Oudrey
Frederic
Jean Pignol
Delegate
iShow.gr - Ο κόσμος της Showbiz
ΑΪΣΟΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ INTERNET Μ.ΙΚΕ
Επικοινωνία: press@ishow.gr
Τηλ. 211-4100551