Παρίσι, 1900. Η μόλις δεκαεξάχρονη Άνια, κόρη της κυρίας Λιούμπα Ρανιέφσκι, έρχεται στην πόλη του φωτός για να πάρει πίσω στη Ρωσία την εύθραυστη και σαγηνευτική μητέρα της η οποία βρίσκεται εκεί εγκαταλελειμμένη απ’ τον εραστή της, ο οποίος σπατάλησε όλα τα λεφτά της. Στο γυρισμό τους αντικρίζουν το βυσσινόκηπο σε πλήρη ανθοφορία, σε αντίθεση με τα οικονομικά τους που βρίσκονται σε πλήρη μαρασμό. Ο αδελφός της, ο Λιόνα, είναι ένας αργόσχολος τον οποίο φροντίζει ο ογδοντάχρονος πια υπηρέτης τους, ο Φιρς. Ο Λιόνα αδυνατώντας να βρει τα χρήματα για την αποπληρωμή των χρεών τους, έχει φορτώσει όλα τα προβλήματα στη Βάρια, την ψυχοκόρη της Λιούμπα. Η Βάρια καλοβλέπει ένα νεόπλουτο και άξεστο έμπορα, τον Λοπάχιν, του οποίου ο πατέρας ήταν δούλος στο κτήμα των Ρανιέφσκι, και ο οποίος τώρα, προκειμένου να σωθούν από την οικονομική καταστροφή, τους προτείνει να τεμαχίσουν το βυσσινόκηπο σε οικόπεδα και να τα πουλήσουν ως παραθεριστικά καταλύματα. Ο δάσκαλος και διανοούμενος Πέτια Τροφίμοφ, ο οποίος περιτριγυρίζει την Άνια, δεν αργεί να την κατακτήσει αλλά η σχέση τους δεν καρποφορεί. Οι Ρανιέφσκι σβήνουν, αδυνατώντας να σώσουν το βυσσινόκηπο που ξεπουλιέται στον Λοπάχιν. Εγκαταλείπουν το κτήμα τους – τη στιγμή που εισβάλλουν οι ξυλοκόποι με τα τσεκούρια τους κι αρχίζουν να κόβουν τα δένδρα –, λησμονώντας μέσα στο έρημο μέγαρο τον γέρο-Φιρς ο οποίος πεθάνει μαζί με τις αναμνήσεις μιας ολόκληρης ζωής.