Η Τρίτη 22 Ιουλίου είναι μια ημερομηνία ορόσημο για το νησιώτικο τραγούδι, καθώς είναι η μέρα που η ιστορική οικογένεια των Κονιτοπουλαίων επανενώνεται στη σκηνή, ξυπνώντας μνήμες και ξαναδίνοντας φωνή στη βαθιά ρίζα της νησιώτικης μουσικής παράδοσης. Με μια μοναδική συναυλία στο Αλσος Βεΐκου, «Οι Κονιτοπουλαίοι» θα ξυπνήσουν μνήμες.
Όπως μνήμες ξυπνά μέσα από τις αφηγήσεις της στην «Espresso» η…
Το νησιώτικο τραγούδι από τους κατεξοχήν νησιώτες, όπως είναι οι Κονιτοπουλαίοι, έχει εκλείψει. Εσύ γιατί έχεις χαθεί;
Καταρχάς θα σου πω ότι έχει αλλάξει πολύ η εποχή. Κάποτε όλους εμάς που υπηρετούσαμε το γνήσιο παραδοσιακό τραγούδι μάς φώναζαν σε εκπομπές, κάναμε δίσκους. Γενικά μας είχε το «σύστημα» μέσα στα πράγματα. Οσο περνάνε τα χρόνια, δυστυχώς αλλάζουν τα πάντα. Εγώ έχω παράπονο από όλο αυτό που γίνεται. Δεν έχω μάνατζερ, δεν μου αρέσει να παρακαλάω και να παίρνω συνέχεια τηλέφωνα για να είμαι στην επικαιρότητα. Στα social είμαι μέσα και μάλιστα κάθε φορά που ανεβάζω κάτι, γίνεται χαμός. Ομως γενικά δεν έχω προτάσεις για live και μου κάνει εντύπωση, αλλά και με στενοχωρεί όλο αυτό. Θέλω και να δουλέψω και έχω και τη δύναμη. Αλλά τι να σου πω, γενικά έχω χάσει τον μπούσουλα με όλα όσα γίνονται και στο τραγούδι και στην κοινωνία! Πάντως μέσα από τη συνέντευξη αυτή θέλω να πληροφορήσω τον κόσμο ότι είμαι παρούσα!
Εχουν περάσει δύο χρόνια από τότε που «έφυγε» η μάνα σου, η τεράστια Ειρήνη Κονιτοπούλου – Λεγάκη. Σου λείπει;
Μην το συζητάς καθόλου. Κάθε μέρα τη φέρνω στο μυαλό μου και σκέφτομαι πόσο όμορφα περνούσαμε. Η μάνα μου ήταν ένας μοναδικός άνθρωπος, χωρίς βεντετισμούς, χωρίς δήθεν. Ο,τι ήθελε να σου πει σ’ το έλεγε. Από τότε που χάσαμε τον πρώτο μου αδερφό, τον Κώστα, και η μάνα μου ήταν 80 ετών γίναμε κολλητές. Η μία στήριζε την άλλη. Μην ξεχνάς ότι μέσα σε λίγο διάστημα χάσαμε και τον δεύτερο αδερφό μου. Το πλήγμα ήταν τεράστιο για όλη την οικογένεια. Και έπρεπε να σταθούμε η μία στην άλλη. Τα τελευταία χρόνια μέναμε μαζί στο σπίτι μου. Εγώ την πρόσεχα, σαν μωρό. Ομως και από πιτσιρίκι, λόγω της δουλειάς, ήμουν δίπλα της. Στα κέντρα, στα πανηγύρια παντού μαζί. Οταν αποσύρθηκε εκείνη, εγώ συνέχισα να εργάζομαι και να τη συμβουλεύομαι για τις κινήσεις μου. Ηταν τα πάντα η μάνα μου για μένα.
«Εφυγε» με παράπονο για όλα όσα της έτυχαν τελευταία με τους θανάτους των δύο γιων της;
Δεν το έδειχνε δημόσια. Πότε πότε την έπιανα να λέει χαμηλόφωνα «μνήσθητί μου, Κύριε. Μα και τα δυο;» Δεν μπορούσε να το συνειδητοποιήσει ότι της πέθαναν δύο παιδιά μέσα σε σύντομο διάστημα.
Σου λείπει η εποχή που έζησες τα γνήσια παραδοσιακά γλέντια;
Είμαι ευτυχισμένη που έζησα τα πολύ καλά χρόνια αυτής της δουλειάς. Τότε που δεν ήταν εμπόριο αλλά πραγματικό γλέντι. Τότε που πήγαινε κάθε άνθρωπος που γλεντούσε και ζητούσε το αγαπημένο του τραγούδι στους τραγουδιστές. Νοσταλγώ εκείνη την εποχή που τα πράγματα ήταν πιο αυστηρά και δεν προχωρούσε οποιοσδήποτε στη μουσική, αν δεν είχε φωνή. Ευτυχώς την πρόλαβα την αυστηρότητα αυτή. Εκείνη την εποχή που ζούσαν όλοι οι κορυφαίοι του τραγουδιού δεν μπορούσες να μπεις ούτε στο στούντιο ούτε στο πάλκο, αν δεν άξιζες. Δοξάζω τον θεό για αυτές τις στιγμές που έζησα. Εκείνη η εποχή ήταν πιο ρομαντική, πιο ανθρώπινη!
Τι θυμάσαι από την περίοδο που μεσουρανούσατε ως Κονιτοπουλαίοι;
Καταρχάς ζούσαν οι πρωτοπόροι, που ήταν ο θείος μου ο Γιώργος και η μάνα μου η Ειρήνη. Επειτα θυμάμαι ότι έζησα την εποχή της εσωτερικής μετανάστευσης, όταν παιδιά από τα νησιά έρχονταν στην Αθήνα για να δουλέψουν και έψαχναν τα στέκια και τις πίστες που τραγουδούσαμε εμείς, για να διασκεδάσουν. Και η διασκέδαση ήταν εβδομαδιαία.
Αν η δική σου γενιά αποσυρθεί, έχεις σκεφτεί πού θα δώσετε τη σκυτάλη; Υπάρχει υπόβαθρο;
Τι να σου πω! Εμένα τα παιδιά μου είναι στο νησιώτικο. Δεν ξέρω όμως αν αυτό που ζήσαμε εμείς και υπηρετήσαμε μπορεί να το ξαναζήσουν οι νέες γενιές. Εμείς ζήσαμε πανηγύρια και γλέντια να τραγουδάνε και να παίζουν για μέρες και να μην κουραζόμαστε. Η μάνα μου και ο θείος μου τα ίδια έλεγαν. Ηταν άλλη η εποχή εκείνη, άλλη η σημερινή! Το κακό στη σημερινή εποχή είναι ότι οι νέοι δεν έχουν ακούσματα!
Πηγή Espresso