Αναζήτηση
Project X - iShow.gr
Project X  
2012
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
VIDEO
Project X - iShow.gr
Είδος
Κωμωδία αμερικανικής παραγωγής 2012
Διάρκεια
88'
Συντελεστές
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
VIDEO
Υπόθεση
Κωμωδία
Το “Project X” παρακολουθεί τρεις φαινομενικά ανώνυμους τελειόφοιτους λυκείου, στην προσπάθεια τους να γίνουν δημοφιλείς στο σχολείο.
Η ιδέα τους; Απλή και αθώα: να κάνουν ένα πάρτι που δεν θα ξεχάσει κανείς… τίποτα όμως δεν μπορεί να τους προετοιμάσει γι αυτή τη βραδιά.
Σε χρόνο ρεκόρ, το πάρτι θα το μάθουν οι πάντες, σε μια βραδιά που όνειρα θα καταστραφούν, ονόματα θα κηλιδωθούν και θρύλοι θα γεννηθούν.
Το “Project X” είναι μια προειδοποίηση σε γονείς και αστυνομία παντού.
Trailer
Πληροφορίες
Ο Νίμα Νουριζάντε κάνει το κινηματογραφικό του ντεμπούτο, σε μια παραγωγή του Τοντ Φίλιπς (The Hangover, The Hangover 2).


ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ


“Ήθελα για μία μόνο νύχτα να είμαι κουλ. Να με προσέξουν τα κορίτσια.
Και τότε τα πάντα ξέφυγαν από τον έλεγχο.”


Το σπίτι είναι κατεστραμμένο, είναι σε τέτοια κατάσταση που θυμίζει περισσότερο εμπόλεμη ζώνη παρά οικογενειακή γειτονιά. Το τι προκάλεσε τη μεγαλύτερη ζημιά, είναι δύσκολο να το αποφασίσει κανείς: η φωτιά ή το ελικόπτερο που ήρθε για να την σβήσει; Σίγουρα ο έμπορος ναρκωτικών με το φλογοβόλο πάντως, φέρει μεγάλο μερίδιο ευθύνης. Από την άλλη όμως, πρέπει να ομολογήσουμε ότι ο άνθρωπος ήθελε να πάρει πίσω έναν νάνο από πηλό που του έκλεψαν οι πιτσιρικάδες, οι οποίοι δεν ήξεραν την πραγματική του αξία. Το μόνο που ήθελαν ήταν μια μασκότ για το πάρτι τους, για την «οργανωμένη κοινωνική τους εκδήλωση», που θα τους έβγαζε από την αφάνεια του σχολείου και θα έγραφε τα ονόματά τους με χρυσά γράμματα στα βιβλία της ιστορίας. Στην τελική, μια φορά γίνεσαι 17, έτσι δεν είναι; Άρα, συνυπολογίζοντας όλα τα παραπάνω, οι ζημιές που ξεπερνούν το εκατομμύριο είναι μάλλον δικό τους κατόρθωμα.
Ευτυχώς να λέμε που όλα αυτά δεν αποτελούν πραγματικότητα. Παρόλη την αληθοφάνεια, όλα τα παραπάνω έγιναν κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της νέας εξωφρενικής κωμωδίας «Project X», που βασίζεται σε πραγματικά νεανικά πάρτι που ξέφυγαν, προκαλώντας τρελές ζημιές και χάος.
Ο παραγωγός Τοντ Φίλιπς λέει, «Ξεκινήσαμε μάλλον περίεργα, λίγο πειραματικά. Όταν ο Άλεξ Χάινμαν (εκτέλεση παραγωγής) μας έδωσε τη βασική ιδέα, καθίσαμε σε ένα δωμάτιο κι αρχίσαμε να διηγούμαστε ιστορίες από αξέχαστα πάρτι, είτε που είχαμε ζήσει, είτε που είχαμε ακούσει. Από εκεί και μετά, απλά καθίσαμε και αποφασίσαμε τι τόνο θα δίναμε στην ταινία και ποια θα ήταν η βασική ιστορία. Ασχοληθήκαμε δηλαδή, με το διασκεδαστικό κομμάτι.»
Ο σεναριογράφος Μάικλ Μπάκαλ ανέπτυξε τις διάφορες ιστορίες στο σενάριο της ταινίας. «Ήμουν στο Τορόντο για τα γυρίσματα μιας άλλης ταινίας, όταν μου τηλεφώνησε ο Τοντ. Συζητήσαμε λίγο την ιδέα και το ίδιο βράδυ κάθισα και του έγραψα ένα e-mail που ουσιαστικά αποτελούσε τον σκελετό της ταινίας. Η βασική ιδέα από την αρχή ήταν να δημιουργήσουμε ίσως το πιο εξωφρενικό σχολικό πάρτι όλων των εποχών. Ήταν σαφές ότι χρειαζόμασταν ένα φλογοβόλο. Τα υπόλοιπα τα σκεφτήκαμε και τα αποφασίσαμε μετά από μια-δυο εβδομάδες.»
Ο σεναριογράφος Ματ Ντρέικ απόλαυσε πραγματικά τη συγγραφή ενός σεναρίου που έπρεπε να δίνει την αίσθηση ότι δεν υπάρχει. «Αρχικά το θεώρησα μεγάλη πρόκληση. Έπρεπε να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο που να βοηθάει την κάμερα να «κρυφτεί» ώστε να μην είναι προφανής η παρουσία της στο κοινό. Καταλήγοντας στο σωστό πλαίσιο, οι προκλήσεις που είχαμε να αντιμετωπίσουμε ήταν πιο τεχνικές, τύπου «τι σωματικά υγρά θέλουμε να δούμε;» και «θέλουμε να πεθάνει κάποιος ή όχι;»
Η ταινία «Project X» μιλάει για τρεις φίλους που αποφασίζουν να γιορτάσουν τα 17α γενέθλιά τους κάνοντας το απόλυτο πάρτι. Σιγά-σιγά και με τη μια κακή απόφαση να διαδέχεται την άλλη, το πάρτι ξεφεύγει από κάθε έλεγχο και μετατρέπεται από την απόλυτη γιορτή, στην απόλυτη εξέγερση με την κυριολεκτική έννοια.
Ο Φίλιπς εξηγεί. «Η ταινία μιλάει πραγματικά για τους ‘ανώνυμους’ του σχολείου. Αυτούς που δεν είναι τίποτα, αυτούς που κανένας δεν προσέχει, συνεπώς κανείς δεν έχει μπει στον κόπο να χαρακτηρίσει. Μιλάει για τους αόρατους του σχολείου. Είναι αυτό που λέει και ο Κώστας στην ταινία «θέλουμε κάτι που θα αλλάξει τις ισορροπίες του παιχνιδιού.» Πραγματικά πιστεύω, ότι τα περισσότερα παιδιά στο λύκειο ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. Είναι λίγα αυτά που χαρακτηρίζονται ως «φυτά» ή «κουλ». Τα περισσότερα νιώθουν αόρατα.»
Κάποια διαφημιστικά σποτ της Adidas που αντλούσαν τη θεματολογία τους από πάρτι και διέθεταν πολύ δυνατές εικόνες, βοήθησαν τον σκηνοθέτη Νίμα Νουριζάντε να ανέβει στις πρώτες θέσεις προτίμησης της ομάδας παραγωγής.
«Ο Νίμα ήταν ο ιδανικός υποψήφιος για το υλικό που είχαμε,» σχολιάζει ο Φίλιπς. «Ζει και εργάζεται στο Λονδίνο και προέρχεται από τον κόσμο του εμπορικού και μουσικού βίντεο. Παρά το γεγονός ότι αυτή είναι η πρώτη του κινηματογραφική ταινία, η δουλειά του είχε το στυλ που θέλαμε για το “Project X”. Εξάλλου, όταν συναντηθήκαμε μαζί του και συζητήσαμε τον τόνο που θέλαμε να δώσουμε και γενικά όλη την ταινία, κατάλαβε πραγματικά από την πρώτη κιόλας στιγμή τι θέλαμε.»
Ο Νουριζάντε θυμάται, «Τους είπα πώς το φανταζόμουν εγώ, πώς θα ήθελα να αναπτύξω το σενάριο. Μετά από μερικά τηλεφωνήματα με την ομάδα παραγωγής, μίλησα με τον Τοντ. Μιλήσαμε πολύ φιλικά και γελάσαμε πολύ. Μετά από αυτό, ο Σκοτ Μπάντνικ (εκτέλεση παραγωγής) μου είπε ότι με ήθελαν για να σκηνοθετήσω την ταινία. Δεν ήξερα τι ακριβώς σήμαινε αυτό, οπότε ετοίμασα βαλίτσες για δύο εβδομάδες και ήρθα στο Λος Άντζελες. Τελικά, έμεινα δύο χρόνια.»
Όταν ερωτήθηκε γιατί πιστεύει ότι ταίριαζε στο προφίλ της ταινίας, ο Νουριζάντε είπε, «Πίστεψαν ότι θα έδινα το δικό μου στυλ, θα του έδινα έναν πιο αυθεντικό αέρα. Αυτό που ενθουσίασε εμένα, ήταν ότι η οπτική γωνία της ταινίας ήταν σε πρώτο πρόσωπο. Τα παιδιά ήθελαν κάτι προσγειωμένο, με ρεαλιστική προσέγγιση. Για να το πετύχουμε αυτό, αποφάσισα να προσλάβω άγνωστους ηθοποιούς. Και η προοπτική του να αναζητήσεις νέα παιδιά ήταν πραγματικά μια συναρπαστική προοπτική.»
Ο Τζόελ Σίλβερ που συμμετέχει στην εκτέλεση παραγωγής, έχοντας ιδία πείρα στο συνδυασμό δράσης και χάους σχολιάζει, «Η όλη ιδέα ήταν να δουν οι θεατές κάτι που συνέβαινε πραγματικά. Δεν θέλαμε να γεμίσουμε την οθόνη με αναγνωρίσιμα πρόσωπα. Ναι, πρόκειται για μια διηγηματική ταινία, αλλά θέλαμε να είναι κάτι που δεν έχει ξαναδεί ο κόσμος. Νομίζω ότι αυτό μας βοήθησε να μοιάζει πολύ αληθινό.»
Ο Νουριζάντε λέει, «Ήθελα το καστ να δίνει την αίσθηση ότι είναι αυτοί που υποδύονται, όχι ηθοποιοί. Έτσι αναζητήσαμε παιδιά που μπορούσαν να μας δώσουν αυτό το κάτι που θέλαμε. Αναζητήσαμε ανθρώπους που θα μπορούσαν να «χαθούν» στο σενάριο.»

“Είμαι ο Τόμας Καμπ. Σήμερα έχω τα γενέθλιά μου.
Αν θέλεις, πέρνα.”


Για να επιλέξουν τους τρεις φίλους που βρίσκονται στον πυρήνα της ιστορίας, η ομάδα παραγωγής έκανε ανοιχτές οντισιόν, για τις οποίες οι υποψήφιοι υπέβαλλαν κατά κύριο λόγο μόνοι τους το βιογραφικό τους στην ιστοσελίδα ProjectXOpenCall.com. Παραμένοντας πιστοί στον στόχο τους, βρήκαν τους νέους ηθοποιούς που συγκέντρωναν όχι μόνο τα χαρακτηριστικά των ρόλων, αλλά και ακόμα περισσότερα που μπορούσαν να ενταχθούν στο σενάριο και να διανθίσουν τους χαρακτήρες. Μετά την επιλογή των ηθοποιών απέμενε άλλη μια πολύ σημαντική απόφαση: Με μερικές εξαιρέσεις, όλοι οι χαρακτήρες θα είχαν τα ονόματα των νεαρών ηθοποιών που θα τους ενσάρκωναν.
Η γλυκύτητα και αθωότητα του Τόμας Μαν ταίριαξε απόλυτα στον Τόμαν, τον έφηβο που γιορτάζει τα 17α γενέθλιά του. Οι κωμικές ικανότητες του Τζόναθαν Ντάνιελ Μπράουν βρήκαν τη θέση τους στον λίγο περίεργο Τζέι-Μπι, τον πιο αταίριαστο της ομάδας, που είναι χαρούμενος επειδή απλά και μόνο είναι στην παρέα. Ο Όλιβερ Κούπερ έμοιαζε περισσότερο με Νεοϋορκέζο (παρόλο που δεν είναι) παρά με κάποιον από το Οχάιο (απ’ όπου είναι). Έτσι η ιστορία του χαρακτήρα που ενσαρκώνει περιλαμβάνει και μια χωρίς τη θέλησή του μετακόμιση από το Κουίνς στη Βόρεια Πασαντίνα (η οποία αποφασίστηκε κατά τη διάρκεια των οντισιόν).
Ο Μαν ήταν ένας από τους λιγοστούς ηθοποιούς της ταινίας που είχε προηγούμενη κινηματογραφική εμπειρία, αλλά ο ίδιος τελικά συνειδητοποίησε ότι το “Project X” ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό απ’ ό,τι είχε κάνει μέχρι τότε. Λέει χαρακτηριστικά, «Ήταν απίστευτο και μόνο το γεγονός ότι ήμουν στο πλατό, σε ένα πάρτι που ξεκίνησε ωραία για να καταλήξει εφιαλτικά. Μου ήταν δύσκολο να υποδυθώ τον τρόμο που νιώθει ο Τόμας όταν αρχίζει να παίρνει άσχημη τροπή το πάρτι, γιατί πραγματικά περνούσαμε τέλεια. Ήταν πιο εύκολο να είμαι ο Τόμας στις σκηνές που πίστευε ότι η ζωή του έχει τελειώσει, συνεπώς θα ευχαριστηθεί ό,τι κάνει.»
Στον πρώτο του πρωταγωνιστικό ρόλο, ο Μπράουν νιώθει πάρα πολύ τυχερός και δηλώνει «Δεν το περίμενα. Πίστευα ότι μια ζωή θα δουλεύω μεροκάματο. Πριν από μερικά χρόνια άφησα τις σπουδές μου για να ασχοληθώ με το standup. Αυτός ήταν ο στόχος μου. Το όνειρό μου ήταν να κάνω καμιά εμφάνιση σε κάποιο μπαρ και να πάρω καμιά 15αριά δολάρια. Μέχρι εκεί. Δεν στόχευα ποτέ σε κάτι τέτοιο, αλλά ομολογώ ότι είναι πολύ μεγαλύτερο απ’ ό,τι θα μπορούσα να ελπίζω.»
Συμπτωματικά, και ο Κούπερ είχε αφήσει τις σπουδές του για να κυνηγήσει μια καριέρα στο standup comedy. Ενώ ήταν σε ένα μάθημα υποκριτικής άκουσε ότι αυτοί που γύρισαν το ‘The Hangover’ έκαναν ανοιχτές οντισιόν για μια νεανική κωμωδία. «Ρώτησα δυο-τρεις ανθρώπους, ανακίνησα μια-δυο γνωριμίες και τελικά κατάφερα να πάω στην οντισιόν.» Στην πρώτη οντισιόν, τους έδειξε πτυχές του Κώστα πολύ πριν ολοκληρωθεί ο ίδιος ο χαρακτήρας... όταν κατέβασε το παντελόνι του – όχι όμως και το εσώρουχό του. Ο Κούπερ λέει, «Όποτε νιώθω ότι μπορώ να ρισκάρω το κάνω, γιατί ο σκοπός είναι να είμαι ο εαυτός μου και να μην φοβάμαι. Δεν είχα τίποτα να χάσω. Όταν ξεκινάς έχοντας να χάσεις κάτι, τότε τις περισσότερες φορές δεν πετυχαίνεις τον στόχο σου. Έτσι σκέφτηκα ‘Ποιος νοιάζεται;’ κι απ’ ό,τι φαίνεται έπιασε. Στα γυρίσματα όμως, υπήρχαν στιγμές που έπρεπε να κρατιέμαι. Ήταν διασκεδαστικό να παίζεις τον βλάκα, αλλά για να έχεις το επιθυμητό αποτέλεσμα, πρέπει να γίνεσαι αρεστός.»
Ο Τοντ Φίλιπς λέει, «Τελικά το παν ήταν αυτοί οι τρεις τύποι και ο τρόπος που έδεσαν μεταξύ τους. Δεν είδαμε ποτέ έναν-έναν ηθοποιό ξεχωριστά. Τους βλέπαμε σε τριάδες, αλλάζαμε πρόσωπα... Φτιάξαμε πολλές διαφορετικές ομάδες, μέχρι που καταλήξαμε σε αυτή που μας έκανε.»
Ο Τζόελ Σίλβερ προσθέτει, «Είναι σαν να τους ξέρεις, σαν να μεγάλωσες μαζί τους. Είναι πάρα πολύ καλή ομάδα.»
Αφού πήραν τους ρόλους, οι τρεις νεαροί ηθοποιοί «αρχίσαμε να βγαίνουμε μαζί, να πηγαίνουμε σε λούνα-παρκ, για φαγητό, να μαζευόμαστε σε σπίτια και να βλέπουμε ταινίες,» εξηγεί ο Μπράουν. Κι ενώ εκείνοι μπορεί να πίστευαν ότι κάνουν παρέα έτσι για την πλάκα τους, οι παραγωγοί ήξεραν ότι η οικειότητα που αναπτύσσεται μεταξύ τους θα βγει στην ταινία. Και κακά τα ψέματα, το να βγαίνεις έξω και να περνάς καλά είναι πολύ πιο διασκεδαστικό από τις πρόβες.
Ο λόγος ασφαλώς, που τα τρία παιδιά αποφασίζουν να κάνουν πάρτι είναι για να τραβήξουν το βλέμμα του αντίθετου φύλου – των κοριτσιών που ούτε κατά διάνοια δεν θα τους κοίταζαν ποτέ, και ειδικά της Αλέξις, της πεντάμορφης του σχολείου. Στον ρόλο αυτό συναντάμε την Αλέξις Κναπ.
«Η κοπέλα που υποδύομαι αποφασίζει να πάει στο πάρτι που κάνει ο Τόμας με τους φίλους του γιατί πραγματικά πιστεύει ότι δεν θα τα καταφέρουν,» λέει. «Ξέρει ότι αρέσει στον Τόμας, έτσι αυτό αποτελεί κίνητρο για εκείνη. Την ιντριγκάρει όμως και το θράσος του. Όταν το πάρτι μετατρέπεται σε μια φρικτή επική νύχτα, εκείνη ξεκινά να βλέπει τον Τόμας με διαφορετικό μάτι. Και φυσικά, αυτό ο Τόμας μόνο στα όνειρά του μπορούσε να το φανταστεί.»
Το μόνο κορίτσι που δεν προκαλεί άγχος και νευρικότητα στον Τόμας – αν και θα έπρεπε ίσως – είναι η παιδική του φίλη Κέρμπι, την οποία υποδύεται η Κέρμπι Μπλις Μπλάντον. «Όλοι μας είχαμε κάποιο φίλο που ενώ εκείνος μας έβλεπε φιλικά, εμείς τον βλέπαμε διαφορετικά. Άρα, ξέρω πώς είναι,» λέει για τον χαρακτήρα που ενσαρκώνει. Η Μπλάντον διασκέδασε πάρα πολύ τον ρόλο της. «Ο Νίμα μας παρότρυνε να αυτοσχεδιάσουμε, να περάσουμε καλά, να μπούμε στο πετσί του ρόλου και αυτό μου άρεσε πάρα πολύ. Νομίζω ότι ο ρεαλισμός που αποπνέει η ταινία οφείλεται σε αυτό και στη σχέση που έχει ο Τόμας με την Κέρμπι.»
Το καστ συμπληρώνουν ο Μάιλς Τέλερ, που ενσαρκώνει τον «κουλ» τύπο του σχολείου, Μάιλς, ο κωμικός Ρικ Σαπίρο, στον ρόλο του εξοργισμένου έμπορου ναρκωτικών Τ-Ρικ, ο Μάρτιν Κλέμπα στον ρόλο του Θυμωμένου Κοντούλη (που ξεσπά στο σπίτι του Τόμας), ο Ρόμπ Έβορς στον ρόλο του εξίσου εξοργισμένου γείτονα, η Κέιτλιν Ντουλάνι και ο Πίτερ ΜακΚένζι στους ρόλους των γονιών του Τόμας, ο Τζέσι Μάρκο στον ρόλο του DJ που δίνει ρυθμό στο πάρτυ και οι Μπράντι Χέντερ και Νικ Νέρβις στους ρόλους των νεαρών αλλά ατρόμητων σεκιούριτι που προσλαμβάνει ο Κώστα για να χειριστούν το όποιο απρόβλεπτο γεγονός. Στον ρόλο δε, του κολλητού φίλου του Τόμας και ίσως του πιο ιδιαίτερου καλεσμένου στο πάρτι, είναι ο Πάξτον, ένα γιορκσαϊρ τεριέ που υποδύεται τον Μάιλο, τον οικογενειακό σκύλο που θα γνωρίσει κυριολεκτικά άλλα υψόμετρα κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Για τον βασικό ρόλο του πωρωμένου με την κάμερα πιτσιρικά, που καταγράφει τα όσα διαδραματίζονται τη νύχτα του πάρτι, ο Νουριζάντε και η εταιρεία του ανακάλυψαν έναν νεαρό blogger. Ο Νταξ Φλέιμ κατέγραφε τις δικές του περιπέτειες για δύο χρόνια περίπου πριν κληθεί για οντισιόν. Όπως λέει και ο ίδιος, «Επειδή ακριβώς κρατάει την κάμερα, ο χαρακτήρας μου δεν εμφανίζεται πολύ μπροστά από τον φακό. Όταν το κάνει όμως, αφήνει εποχή.»

“Είναι πολύύυυυυυυυ περισσότερα από 100 άτομα.”

Προσπαθώντας να φτιάξουν ένα ρεαλιστικό περιβάλλον για το πάρτι – και μάλιστα να καταφέρουν να δώσουν το στυλ που απαιτεί μια ταινία σε πρώτο πρόσωπο – ο Νουριζάντε και ο διευθυντής φωτογραφίας Κεν Σενγκ σκέφτηκαν ότι όποιος έχει τη σήμερον ένα κινητό τηλέφωνο είναι δημιουργός. Έτσι, από την πρώτη στιγμή, η ομάδα ήξερε ότι το “Project X” θα ήταν όχι μόνο πρωτοπόρο σε ό,τι αφορά τις ταινίες αυτού του είδους, αλλά θα ήταν και η πρώτη ταινία που ένα γεγονός θα μπορούσε κανείς να το δει μεμιάς από δεκάδες διαφορετικές ματιές. Οι περισσότερες από τις αρχικές συζητήσεις για τα γυρίσματα αφορούσαν στη χρήση διαφορετικών φορμάτ, που θα είχαν καταγράψει διαφορετικού τύπου κάμερες.
Ο Σενγκ εξηγεί, «Το “Project X” γυρίστηκε με οκτώ διαφορετικά συστήματα καμερών. Είναι μια ταινία που ουσιαστικά διηγείται μέσα από το υλικό που κατέγραψαν αυτοί που πήγαν στο πάρτι και αυτό της δίνει μια εντελώς μοναδική διάσταση. Μας ενδιέφερε να καταγράψουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το μέγεθος που παίρνει το πάρτι και τις καταστροφές που γίνονται με τα μέσα που διαθέταμε. Για παράδειγμα, πώς θα μπορούσαμε να κάνουμε τους 200 κομπάρσους να μοιάζουν περισσότεροι από 1.000;»
Κατά τη διάρκεια του pre-production, ο Νουριζάντε και ο Σενγκ μελέτησαν και δοκίμασαν 12 συστήματα καμερών, για να καταλήξουν στην ψηφιακή HD Sony F23 που μπορούσε να καταγράψει με μεγαλύτερη πιστότητα ακραίους φωτισμούς (από προβολείς και strobe-lights, μέχρι ηλιακό φως). Οι σκηνές γυρίστηκαν με πολλές κάμερες από κάθε δυνατή γωνία, ώστε το τελικό αποτέλεσμα να αποδίδει τα χαοτικά γεγονότα της βραδιάς. Κατά τις 25 νύχτες των γυρισμάτων, το συνεργείο μοίρασε ερασιτεχνικές κάμερες σε κομπάρσους, τους οποίους παρότρυνε να καταγράψουν με αυτές τις διασκεδαστικές στιγμές που έβλεπαν να εκτυλίσσονται γύρω τους. Στο τέλος κάθε βραδιάς, το συνεργείο μάζευε τις κάμερες και τις έστελνε στο μοντάζ. Ο Σενγκ σχολιάζει, «Κάποια από τα πλάνα που μαζέψαμε με αυτό τον τρόπο, έδωσαν πραγματικά άλλο χρώμα στην ταινία.»
Μια από τις προκλήσεις ήταν πώς θα «κρύψουν» όλες αυτές τις κάμερες που χρησιμοποιούσαν στο πλατώ στα διάφορα πλάνα. Η λύση; Έντυσαν όλους τους οπερατέρ κατάλληλα για πάρτι, και έβγαλαν όλα τα περιττά τμήματα των καμερών. Με αυτό τον τρόπο, δύσκολα μπορεί να τις αντιληφθεί κανείς, καθώς βρίσκονται κρυμμένες σε θάμνους, ανάμεσα σε αυτοκίνητα και όπου αλλού μπορεί να φανταστεί κανείς.
Εκτός από όλες τις προαναφερθείσες κάμερες, η ομάδα χρησιμοποίησε την EX3 camcorder, που χάρη στο μικρό μέγεθός της κάλυψε αρκετές ανάγκες, κάμερες από iPhone και Blackberry και Canon 5D και 7D στις περιπτώσεις που υπήρχαν περισσότεροι οπερατέρ στο πλατώ.
Ο Σενγκ συνοψίζοντας λέει, «Να είναι καλά οι άνθρωποι στο μοντάζ, γιατί το υλικό που είχαν στα χέρια τους ήταν τεράστιο. Θα μπορούσε να αποτελεί το υλικό μιας επικής πολεμικής ταινίας που γυρίστηκε σε έξι μήνες.» Το μοντάζ, υπό τις οδηγίες του Τζεφ Γκροθ, κατάφερε να διαχειριστεί τόσο αποτελεσματικά το υλικό, που δύο εβδομάδες μόλις μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων, ο σκηνοθέτης είχε στα χέρια του το πρώτο draft.

Η παραγωγή αποφάσισε να γυρίσει το πάρτι σε μια κατοικία που βρίσκεται στο ράντσο της Warner στο Μπέρμπανκ, και αποτελεί κομμάτι μιας εικονικής γειτονιάς. Για την ακρίβεια, η κατοικία που χρησιμοποιήθηκε είναι αυτή που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από την κατοικία του Ρότζερ Μέρτοκ, στις ταινίες «Φονικό Όπλο» του Τζόελ Σίλβερ.
«Ήταν μάλλον γραφτό να επιστρέψω στον ίδιο δρόμο,» λέει ο Σίλβερ. Ο Φίλιπς εξηγεί, «Δεν είχαμε και πολλές επιλογές, γιατί το να κλείνεις μια ολόκληρη γειτονιά κάθε βράδυ για πέντε εβδομάδες θα ήταν πολύ δύσκολο και ενοχλητικό. Για να μην μιλήσουμε για τις φωτιές που θα υπήρχαν σε σπίτια και κήπους... Έτσι, προφανώς, χρειαζόμασταν ένα απόλυτα ελεγμένο χώρο και το ράντσο ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να μας συμβεί.»

“Απόψε όλα γίνονται για αυτές που δεν γύρισαν ποτέ να μας κοιτάξουν. Όλα γίνονται για να αλλάξουν οι ισορροπίες του παιχνιδιού."

Όπως ακριβώς το πιο κουλ πάρτι που έζησες ως έφηβος δεν πρόκειται να το ξεχάσεις ποτέ, έτσι και το επιτελείο της ταινίας δεν πρόκειται να ξεχάσει τις εβδομάδες που πέρασαν όλοι μαζί γυρίζοντας το πιο κουλ σχολικό πάρτι που πήγαν ποτέ.
«Το λιγότερο που μπορώ να πω είναι ότι ήταν απίστευτο,» λέει ο Τόμας Μαν χαμογελώντας. «Δεν πίστευα ότι θα συνεργαστώ ποτέ με τον Τοντ Φίλιπς, τον Τζόελ Σίλβερ και όλους αυτούς τους σπουδαίους επαγγελματίες στην πρώτη μου ταινία. Όλοι τους είναι καταπληκτικοί. Όλα έγιναν πάρα πολύ γρήγορα.»
Ο Όλιβερ Κούπερ προσθέτει, «Μπαίνοντας σ’ αυτό το εγχείρημα, είχα πολύ μεγάλες προσδοκίες για τις εμπειρίες που θα αποκόμιζα στην πρώτη μου ταινία. Κι όμως, αυτό που έζησα τις ξεπέρασε. Ελπίζω το κοινό να νιώσει το ίδιο βγαίνοντας από την αίθουσα.»
«Ζούμε σε μια εποχή όπου ο καθένας μας μπορεί να πάρει μία κάμερα και να καταγράψει ό,τι συμβαίνει γύρω του. Αυτή την αίσθηση σου δίνει και η ταινία,» λέει ο Τζόναθαν Ντάνιελ Μπράουν. «Επίσης, πιστεύω ότι δείχνει μέχρι πού μπορεί να φτάσει κάποιος για χάρη του φίλου του, προκειμένου να κάνει τα γενέθλιά του ή κάποια άλλη σπουδαία περίσταση της ζωής του αξέχαστη. Ασφαλώς δεν εννοώ ότι πρέπει να φτάσει σε καταστροφές και τραυματισμού, αλλά μερικές φορές, συμβαίνει κι αυτό.»
Ο παραγωγός Τοντ Φίλιπς παρατηρεί, «Δεν είναι μια καθαυτή κωμωδία, για να είμαστε ειλικρινείς. Είναι μια ταινία που μιλάει για κάποιες κακές αποφάσεις που οδήγησαν στην απώλεια ελέγχου... Αλλά πάλι αυτό, είναι πάντα διασκεδαστικό να το καταγράφεις.»
Ο σκηνοθέτης Νίμα Νουριζάντε κλείνει λέγοντας, «Είναι μια ταινία που σε διασκεδάζει. Εμείς στα γυρίσματα το διασκεδάσαμε πολύ και το ίδιο θέλουμε και για τους θεατές. Στις καταπληκτικές ταινίες του ‘80 ‘Weird Science’ και ‘Sixteen Candles,’ είδαμε παιδιά που ήθελαν να αλλάξουν τη ζωή τους, να πάψουν να περνούν απαρατήρητα, να γίνουν για μια φορά και αυτά δημοφιλή. Ελπίζω να καταφέραμε το ίδιο με αυτή την ταινία για τα παιδιά του σήμερα – αν και δεν συνιστώ να βασίσουν τις όποιες αποφάσεις τους σε αυτά που θα δουν τον Τόμας και τους φίλους του, να κάνουν!»
Συμμετέχουν
Τόμας Μαν (ηθοποιός)
Thomas
Όλιβερ Κούπερ
Costa
Τζόναθαν Ντάνιελ Μπράουν
JB
Νταξ Φλέιμ
Dax
Κίρμπι Μπλις Μπλάντον
Kirby
Μπρέιντι Χέντερ
Everett
Νικ Νέρβις
Tyler
Αλέξις Ναπ
Alexis
Miles Teller
Miles
Πήτερ Μακένζι
Dad
iShow.gr - Ο κόσμος της Showbiz
ΑΪΣΟΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ INTERNET Μ.ΙΚΕ
Επικοινωνία: press@ishow.gr
Τηλ. 211-4100551